
Η «Διαβουλευτική Δημοσκόπηση» του Πανεπιστημίου του Stanford της California των ΗΠΑ χρησιμοποιεί την τηλεόραση και την έρευνα της κοινής γνώμης με ένα νέο και εποικοδομητικό τρόπο, ώστε να παρουσιάσει τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων με ανθρώπινο πρόσωπο. Η ιδέα προήλθε από τον καθηγητή James Fishkin το 1988. Τα πειράματα έχουν διεξαχθεί πάνω από 22 φορές στις ΗΠΑ αλλά και σε άλλες χώρες όπως η Κίνα και τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.
Η μέθοδος προσπαθεί να επιλύσει το πρόβλημα της ελλιπούς ενημέρωσης των πολιτών σχετικά με σημαντικά δημόσια ζητήματα. Οι παραδοσιακές μέθοδοι δημοσκοπήσεων παρουσιάζουν μόνο επιφανειακές εντυπώσεις του κοινού προερχόμενες από ηχηρές συνεντεύξεις και τίτλους εφημερίδων. Το κοινό επειδή είναι επιρρεπές σε αυτό που οι επιστήμονες ονομάζουν «ορθολογική άγνοια» δεν έχει σοβαρό λόγο για να αντιμετωπίσει τους συμβιβασμούς ή να αφιερώσει χρόνο και προσπάθεια για την απόκτηση πληροφοριών ή για να καταλήξει σε μία μελετημένη απόφαση. Σε αυτή την περίπτωση, είναι ιδιαίτερα κατάλληλη η μέθοδος της «Διαβουλευτικής Δημοσκόπησης», η οποία αποτελεί ένα πείραμα κοινωνικής επιστήμης και μία μορφή «δημόσιας εκπαίδευσης», με την ευρύτερη σημασία του όρου.
Μέσω της «Διαβουλευτικής Δημοσκόπησης» ένα τυχαίο, αντιπροσωπευτικό δείγμα των πολιτών ερωτάται σχετικά με τα επίμαχα θέματα. Οι συμμετέχοντες καλούνται να συγκεντρωθούν σε ένα μοναδικό μέρος για ένα Σαββατοκύριακο για να συζητήσουν τα θέματα. Στην αρχή της διαδικασίας παρέχονται ισορροπημένες πληροφορίες, οι οποίες γίνονται και δημοσίως διαθέσιμες. Έπειτα οι συμμετέχοντες διεξάγουν διάλογο με εμπειρογνώμονες και πολιτικούς αρχηγούς βασιζόμενοι σε ερωτήσεις τις οποίες αναπτύσσουν στα πλαίσια μικρών ομάδων οι οποίες συντονίζονται από εκπαιδευμένα άτομα. Ύστερα από τις διαβουλεύσεις, παρέχεται ερωτηματολόγιο με τις αρχικές ερωτήσεις. Οι τελικές μετατοπίσεις των απόψεων αντιπροσωπεύουν τα συμπεράσματα στα οποία θα κατέληγε το κοινό αν ο κόσμος είχε τη δυνατότητα να είναι περισσότερο ενημερωμένος και να έχει πιο ενεργή συμμετοχή στα θέματα. Στο τέλος, αναλύονται τα αποτελέσματα και διοχετεύονται στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά το πέρας των διαβουλεύσεων. Έχει παρατηρηθεί ότι οι απόψεις του κοινού παρουσιάζουν δραματικές στατιστικές αλλαγές.
Η διαδικασία της «Διαβουλευτικής Δημοσκόπησης» χαρακτηρίζεται από τη στατιστική αντιπροσωπευτικότητα ενός επιστημονικού δείγματος αλλά και από την ορθότητα και την αμεσότητα μίας ομάδας εστίασης ή ομάδας συζήτησης. Οι συμμετέχοντες έχουν τη δυνατότητα να επαναπροσδιορίσουν τα θέματα ,μέσω των συζητήσεων σε μικρές ομάδες, με όρους οι οποίοι είναι κατανοητοί από συνηθισμένους ανθρώπους. Τέλος, η προαναφερθείσα διαδικασία παρέχει τα δεδομένα αξιολόγησης και της αντιπροσωπευτικότητας κάθε μικρόκοσμου αλλά και της στατιστικής σημασίας της μετατόπισης των απόψεων.
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Μετιτανίδου – Δημοκρατία Ιδεών